Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή, ήταν κόρη του Πανδάρεω, και σύζυγος του Ζήθου, με τον οποίο απέκτησε ένα γιο, τον ΄Ιτυλο. Η Αηδόνα ένιωσε ζήλια για την Νιόβη γυναίκα του αδελφού του Ζήθου, Αμφίονα, που είχε δώδεκα παιδιά. Αποφάσισε να σκοτώσει κάποιο από τα παιδιά της, αλλά κατά λάθος σκότωσε τον Ίτυλο. Ο Δίας, για να την απαλύνει από την λύπη της, την μεταμόρφωσε σε αηδόνι.
Σύμφωνα με μία δεύτερη εκδοχή, η Αηδόνα ήταν σύζυγος του Πολύτεχνου Κάποια στιγμή καυχήθηκε, πως η ευτυχία τους ήταν ανώτερη από εκείνη του Δία πλάι στην ΄Ηρα. Η Ήρα για να την εκδικηθεί διέταξε την ΄Εριδα να βάλει στην Αηδόνα την ιδέα να συναγωνιστεί τον Πολύτεχνο. Η Αηδόνα νίκησε σε στοίχημα που έβαλαν οι δύο τους και ζήτησε μία νέα δούλα. Ο Πολύτεχνος, θυμωμένος, της πήγε την αδελφή της Χελιδόνα την οποία πιο πριν είχε βιάσει. Οι δύο αδελφές για να εκδικηθούν, σκότωσαν τον γιο του Πολύτεχνου και του τον έδωσαν να τον φάει. Ο Πολύτεχνος, μαθαίνοντας τι είχε γίνει, προσπάθησε να εκδικηθεί. Όμως, οι φρουροί του Πανδάρεω πρόλαβαν τον Πολύτεχνο και, αφού τον άλειψαν με μέλι, τον άφησαν στα έντομα. Η Αηδών λυπήθηκε τον σύζυγο της και προσπάθησε να τον σώσει, κάτι που εξόργισε τον πατέρα της. Ο Δίας τους μεταμόρφωσε όλους σε πτηνά. Την Aηδόνα σε αηδόνι, την αδελφή της Χελιδόνα σε χελιδόνι, τον Πολύτεχνο σε πελεκάνο, την μητέρα της, Αρμαθόη, σε αλκυόνη και τον Πανδάρεω σε θαλάσσιο αετό. Παρόμοιος με την τελευταία εκδοχή είναι και ο μύθος της Πρόκνης και της Φιλομήλας, κόρες του Πανδίονα .
Τέλος, σύμφωνα με μία παραλλαγή του μύθου του Πανδάρεω, η Αηδόνα ήταν μία από τις κόρες του, που μετά την τιμωρία του πατέρα τους για την κλοπή του σκύλου φύλακα του ιερού του Δία, μεγάλωσαν από τις θεές Αφροδίτη, Ήρα, Αθηνά και Άρτεμη. Όταν η Αφροδίτη ζήτησε από τον Δία να τους βρει κατάλληλους συζύγους, εμφανίστηκαν ΄Αρπυιες και τις παρέδωσαν ως δούλες στις Ερινύες, στον ΄Αδη. (wikipedia)
Στην Τ ραψωδία της Οδύσσεις στους στίχους 510-530 η Πηνελόπη θρηνώντας αναφέρεται στην πρώτη εκδοχή του μύθου της Αηδόνας λέγοντας:
" Κι όπως η Αηδόνα η λυγερή και κόρη του Παντάρου,
γλυκολαλεί, της άνοιξης άμα ο καιρός γυρίσει,
στω δέντρων καθώς κάθεται τα πυκνωμένα φύλλα
και με συχνά γυρίσματα μύριους σκοπούς αλλάζει.
τον Ίτυλο, το τέκνο της, θρηνώντας, που τον είχε
σκοτώσει ανήξερα, το γιο του βασιλέα του Ζήθου,
κι εμένα ο νους μου μια απ΄ εδώ και μια απ΄ εκεί γυρίζει,
ή να σταθώ με το παιδί, και να φυλάω δωπέρα,
το έχει μου, τις δούλες μου, και τ΄ αψηλά παλάτια,
με σεβασμό στο ταίρι μου και στη φωνή του κόσμου,
ή τον καλύτερο Αχαιό μνηστήρα ν΄ ακλουθήσω,
που στο παλάτι βρίσκεται, και δίνει πλέρια δώρα..."
Και στην ραψωδία Υ στους στίχους 60-80 βρίσκουμε την τελευταία εκδοχή του μύθου :
“Χαριτωμένη μου Άρτεμη, κόρη του Δία, μακάρι
να μ΄ έτρωγε η σαΐτα σου χτυπώντας μου τα στηθη,
για ας μ΄ άρπαζε ολοάξαφνα κι ας μ΄ έφερνε ανεμούρα
στ΄ αχνά περάσματα, απ΄ εκεί στο ρέμα να με ρίξει
που καταπίσω τρέχοντας ο Ωκεανός προβάλλει.
και σαν που άνεμοι πήρανε τις κόρες του Παντάρου,
που τις αφήκαν οι θεοί πεντάρφανες, πανέρμες,
κι η Αφροδίτη πήρε τις και γλυκανάθρεψέ τις
με το κρασί, με το τυρί, με το γλυκό το μέλι,
κι η Ήρα γνώση κι ομορφιά τις χάρισε περίσσια,
η Άρτεμη τ΄ ανάστημα, κι η Αθηνά την τέχνη
τις έμαθε να φτιάνουνε κάθε δουλειά πιδέξια,
κι η Αφροδίτη στις κορφές ως ν΄ ανεβεί του Ολύμπου,
το Δία το βροντόχαρο για να παρακαλέσει,—
γιατί όλα τα κατέχει αυτός, και κάθε ανθρώπου ξέρει
τη μοίρα και την αμοιριά,—να δώσει στις κοπέλες
του γάμου τις λαμπρές χαρές, τρέξαν οι Άρπυιες τότες,
κι αρπάξανε τις κοπελιές, στις μαύρες Ερινύες
τις φέραν και τις δώσανε, για να τις έχουν σκλάβες·
έτσι ας μ΄ αφάνιζαν οι θεοί οι αθάνατοι κι εμένα,..."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου