Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ ΓΙΑ ΚΑΤΟΙΚΙΔΙΑ ΤΡΙΖΟΝΙΑ! ΑΝCIENT GREEK ΕPIGRAMS FOR CRICKETS ,AS PETS






H Ελληνική Ανθολογία, είναι μιά μεγάλη συλλογή από ελληνικά κείμενα ,  που εκδόθηκε το 1919 , σε μετάφραση στην Αγγλική από τον William Roger Paton, απ΄τον εκδοτικό οίκο G.P.Putnam’s Sons.Αποτελείται κυρίως από ποιήματα και δη επιγράμματα, τα οποία προέρχονται από την Παλατινή Ανθολογία του 10 αι. και την ανθολογία του Πλανούδη του 14ου αι στις οποίες είχαν συγκεντρωθεί κείμενα από τον 3ο π. Χ αι.
Ανάμεσα στα διάφορα επιγράμματα της αρχαιότητος με έκπληξη ο αναγνώστης μπορεί να ανασύρει και αρκετά που γράφτηκαν είτε ως εγκώμια είτε ως ταφικά επιγράμματα για διάφορα είδη κατοικιδίων ζώων. Σ΄αυτή την ανάρτηση θ΄ασχοληθούμε με το πιό παράδοξο κατοικίδιο, το μικρό και ταπεινό τριζόνι  που οι  αρχαίοι ΄Ελληνες εκτιμούσαν ιδιαίτερα για τα μουσικά του προσόντα , τα οποία αναδεικνύονται στην ποίηση που ακολουθεί. Η μετάφραση έχει γίνει από την Αμαλία Τρ. Κατσούλα, για το Blog μας, χωρίς πάντα ν΄ακολουθείται κατά λέξη το κείμενο, ωστόσο νομίζουμε πως αποδίδεται περίφημα το νόημά του.

 *********************************************************************************

The greek Anthology  , published in 1919,( Greek text and English translations by William Roger Paton.   publisher G.P.Putnam’s Sons) and also called Anthologia Graeca is a collection of poems, mostly epigrams that span the classical and Byzantine periods of Greek literature. Most of the material of the Greek Anthology comes from two manuscripts, the Palatine Anthology of the 10th century and the Anthology of Planudes (or Planudean Anthology) of the 14th century.
Some of the  included epigraghs are dedicated to crickets as pets. The following small poems have been written between 300 b.C and 60 a.C. We corrected only the name of the insect.Instead of Locust we wrote Cricket, although the greek word  Akris means Locust. Ancient greeks didnot use different words for locust and cricket and it's obvious that the nightingale of earth is the cricket and not the locust.


 ΜΕΛΕΑΓΡΟΥ (1ος αι. μ.Χ)

Ακρίς, εμών απάτημα πόθων, παραμύθιον ύπνου,

Ακρίς, αρουραίη Μούσα, λιγυπτέρυγε,

Αυτοφυές μίμημα λύρας, κρέκε μοι τι ποθεινόν,

Εκγρούουσα φίλοις ποσσί λάλους πτέρυγας,

Ως με πόνων ρύσαιο παναγρύπνοιο μερίμνης,

Ακρί, μιτωσαμένη φθόγγον ερωτοπλάνον.

Δώρα δε σοι γήτειον αειθαλές ορθρινά δώσω,

Και δροσεράς στόματι σχιζομένας ψακάδας.


Cricket , bequiler of my loves, persuader of sleep,

Cricket , shrill-winged Muse of the corn fields, nature’s

mimic lyre, play for me some tune I love, beating

With thy dear feet thy talking wings, that so, cricket,

Thou mayest deliver me from the pains of sleepless

Care, weaving a song that enticeth Love away. And

In the morning I will give thee a fresh green leek,

And drops of dew sprayed from my mouth.


Τριζόνα,  γητεύτρα των πόθων μου,  πειθώ του ύπνου, Τριζόνα λιγυρόπτερη, Μούσα της γης,

 της φύσης μίμημα  λύρας, παίξε  για μένα  σκοπό ποθητό,

 χτυπώντας με τα λατρεμένα  πόδια σου , τα φλύαρα φτερά σου ,

 τόσο, που να με λυτρώσεις απ΄τις έγνοιες  του με κρατούν ξάγρυπνο, ακρίδα!
υφαίνοντας τραγούδι     ερωτοπλάνο.

Δώρο δε με την αυγή, έν΄ανθισμένο αμπελόπρασο θα σου χαρίσω, Και  με σταγόνες δροσιάς  τα χείλη μου  θα σε ραντίσουν.

 ********************



ΦΑΕΝΝΟΥ (3ος π.Χ αι)
 
Δαμοκρίτω μεν εγώ, λιγυράν όκα μούσαν ενείην

Ακρίς από πτερύγων, τον βαθύν άγον ύπνον.

Δαμόκριτος δ΄επ εμοί τον εοικότα τύμβον, οδίτα,

Εγγύθεν Ωρωπού χεύειν αποφθιμένα.



I am the cricket who brought deep sleep to Democritus,

When I started the shrill music of my wings.

And Democritus, o wayfarer, raised for me when i

died a seemly tomb near Oropus.




Είμαι το τριζόνι που έφερνε βαθύ ύπνο στον  Δημόκριτο, όταν άρχιζε το λιγυρόφωνο τραγούδι  των φτερών μου. Και ο Δημόκριτος, ώ οδοιπόρε,, έφτιαξε για μένα σαν πέθανα

αυτό τον σεμνό τάφο κοντά  στον Ωρωπό.

***************************************


ΜΝΑΣΑΛΚΟΥ( 3ος π.Χ)

Ακρίδα Δημοκρίτου μελεσίπτερον άδε θανούσαν

Άργιλος δολιχάν αμφί κέλευθον έχει,

Ας και, ότ ιθύσειε πανέσπερον ύμνον αείδειν,

Παν μέλαθρον μολπάς ίαχ΄υπ΄ευκελάδου.


This clay vessel set beside the far-reaching road

Holds the body of Democritus ‘ cricket that made music

With its wings. When it started to sing its long eventing hymn,

All the house rang with the melodious song.


Το σώμα του τριζονιού του Δημόκριτου, με τα μελωδικά φτερά,

που δεν ζει πιά,

αυτό το όστρακο, πλάι στον μεγάλο δρόμο, κλείνει.

΄Οταν αρχίνιζε να ψάλλει τον ολονύχτιο ύμνο του,

όλο το σπίτι αντηχούσε  απ΄το μελωδικό του τραγούδι.


Ουκέτι δη πτερύγεσσι λιγυφθόγγοισιν αείσεις,

Ακρί, κατ΄ευκάρπους αύλακας εζομένα,

Ουδέ με κεκλιμένον σκιεράν υπό φυλλάδα τέρψεις,

Ξουθάν εκ πτερύγων αδύ κρέκουσα μέλος


No longer, cricket, sitting in the frutful furrows

Shalt thou sing with thy shrill-toned wings, nor shalt

Thou delight me as I lie under the shade of the

Leaves, striking sweet music from thy tawny wings.

Δεν θα τραγουδάς  πιά με τα λιγυρόφωνα φτερά σου,
τριζόνι, κουρνιασμένο σε καρπερά αυλάκια,
Ούτε θα με τέρπεις πιά, όταν ξαπλώνω στη σκιά των φύλλων,

Κρούοντας  γλυκό σκοπό  με τα χρυσόξανθα   φτερά σου



**************************


ΛΕΩΝΙΔΟΥ ΤΑΡΑΝΤΙΝΟΥ( 300- 250 π.Χ)

Ει και μικρός ιδείν και επ΄ούδεος, ώ παροδίτα,

Λάας ο τυμβίτης άμμιν επικρέμαται,

Αινοίης, ώνθρωπε, Φιλαινίδα. Την γαρ αοιδόν

Ακρίδα, την εύσαν το πριν ακανθοβάτιν,

Διπλούς ες λυκάβαντας εφίλατο την καλαμίτιν,

Καμφίεφ, υμνιδίων χρησαμένην πατάγω.

Και μ΄ουδέ φθιμένην απανήνατο. Τούτο δ΄εφ ημίν

Τωλίγον ώρθωσεν σάμα πολυστροφίης.


Wayfarer, though the tombstone that surmounts
My grave seems small and almost on the ground,

Blame nto Philaenis. Me, her singing cricket, that

Used to walk on thistles, a thing that looked like a

Straw, she loved and cherished for two years, because

I made a melodious noise. And even when I was

Dead she cast me not away, but built this little

Monument of my varied talent.



Οδοιπόρε, αν ο τύμβος που υψώθηκε στον τάφο μου

σου φαίνεται μικρός και χαμηλός,

Μην κατηγορήσεις την Φιλαινίδα. 
Εμένα, την τραγουδιάρα  τριζόνα της,
 που πριν πατούσα στ΄αγκάθια  , την καλαμιώτισσα, 
δύο χρόνια μ΄αγαπούσε και με λάτρευε,
 επειδή θορυβούσα μελωδικά.
 Κι όταν πέθανα δεν με πέταξε, αλλά έφτιαξε αυτό
 το μικρό μνήμα  , για τις  ποικίλες χάρες  μου.


ΣΙΜΙΟΥ


Τάνδε κατ΄εύδενδρον στείβων δρίος είρυσα χειρί

Πτώσσουσαν βρομίης οινάδος εν πετάλοις,

Όρα μοι ευερκεί καναχάν δόμω ένδοθι θείη,

Τερπνά δι αγλώσσου φθεγγομένα στόματος.

This cricket crouching in the leaves of a vine I

Caught as I was walking in this copse of fair trees, so

That in a well-fenced home it may make noise for me,

Chirping pleasantly with its tongqueless mouth.


Αυτό το τριζόνι που φώλιαζε  στα φύλλα τ΄αμπελιού,

το έπιασα καθώς περπατούσα στο αλσύλλιο με τα όμορφα δένδρα.

Μου φαίνεται πως  σε καλά  περιφραγμένο σπίτι,  μπορεί να κελαηδεί
για μένα γλυκά , με το άγλωσσο  στόμα του.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου